Κυριακή 12 Ιουλίου 2015

Γράφει ο Κίτσος ο Αθαμάνας

Τούμπες, τούμπες, τούμπες στα τσαρούχια μου είχα φούντες !!!


Ακροβασία
Ακούμπησε τα χέρια του στο πάτωμα▪ στάθηκε ανάποδα▪ όχι μόνο
με άνεση, σε καθάρια κάθετο, μα περπατούσε κιόλας, έτσι κάπως
σαν να ‘ κανε το παρελθόν παρόν, και αντίστροφα.
Γιάννης Ρίτσος
Ο ορισμός της κωλοτούμπας ή κυβιστήσεως!
Δε χύνουν δάκρυα
μάτια που συνηθίσαν να βλέπουνε φωτιές
δε σκύβουν το κεφάλι οι μαχητές
κρατάν ψηλά τ' αστέρι
με περηφάνεια

Και επειδή οι συνειρμοί πάνε αρβάλ’, άρχισα να σκέφτομαι την πεζούρα της Αθηναϊκής δουλωμένης ζωής.
Και με έπιασε το παράπονο.

Μου πήραν τον ήλιο μου, αλλά εγώ θα τον βρω.
                        Κανόνισα μια μυστική συνάντηση μαζί του
                       όπως εκείνος που πηγαίνει για παράνομο τύπο
ή για παράνομο υλικό. Θα γιομίσω τον κόρφο μου
           μεγάλα φύλλα χρυσαφιού και λάμπες για την κρύπτη μου,
πριν μου αφανίσουν την ψυχή να τη κυκλοφορήσω
χέρι με χέρι μες τη νύχτα Νικηφόρος Βρεττάκος

Και επί του προκειμένου:
«Ζήτησε η γίδα, δεν υπήρχε τράγος για πριτσιάλισμα»

Κύριε Διευθυντά
Από τα ορεινά, περήφανα και απριτσιάλιστα Τζουμέρκα σας στέλνω χαιρετισμούς. Παράλληλα όμως στέλνω και μια επιστολή που γράφτηκε πριν από σαράντα και βάλε χρόνια.
Για διάβασέ την, να βρεις και συ ομοιότητες  με τη σημερινή παρούσα κατάσταση και ειδικότερα με το αίτημα της Ελλάδας για συμμαχική – δανειακή συμπαράσταση.



Όσο και να θέλουμε να το ρίξουμε στην πλάκα, οφείλουμε να αποδεχτούμε την αλήθεια και τη διαχρονικότητα της επιστολής.
Ζητάμε εμείς, αλλά το τραγί έχει άλλες δουλειές. Τηρείται η ιεραρχία.
Πόσους και πόσες να προλάβει να «πριτσιαλίσει»
Να δείξουμε κατανόηση. Με τη σειρά τους πάνε όλα… και να προσέξουμε μη μείνουμε ρογκάτσ’κοι ούλ’.
Κατά τα άλλα τα γκεσέμια θρασομανούν…
Οἱ λύκοι
Βοσκοί, στὴ μάντρα τῆς Πολιτείας οἱ λύκοι! Οἱ λύκοι!
Στῆς Πολιτείας τὴ μάντρα οἱ λύκοι! Παντοῦ εἶναι λύκοι!
Ξανὰ στὰ Τάρταρα ἴσκιος, τοῦ ψάλτη λατρεία κ᾿ ἐσύ.
Ψόφια ὅλη ἡ στάνη. Φέρτε νὰ πιοῦμε, κούφιο νταηλίκι,
γιὰ τὸ ἀποκάρωμα ποὺ μᾶς πρέπει, κι ὅποιο κρασί
. Κ. Παλαμάς


Και ο Έλληνας καταλαβαίν’….
Έλληνα! Ε, Έλληνα! Του κάμω, τι ζητάς εδώ; είμαι νεκρός, μου κάμει / Ν. Εγγονόπουλος.
Και μην ανοίγεις όσο κι αν χτυπούν. Φωνάζουν μα δεν έχουν τι να πουν. /Γ. Σεφέρης.
Πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου./ Δ. Σολωμός.

Δειλοί και στην αγάπη μας μα και στο μίσος πιο δειλοί κι ανίσχυροι κι ασάλευτοι να ζούμε ανάμεσα τους, να μας πληγώνουν και τα δυο και να μετράμε σιωπηλοί στα παγωμένα δάχτυλα τους ίδιους μας θανάτους. / Ρίτσος.



Όλα καλά κι όλα ωραία….
Και συ λοιπόν στέκεσαι έτσι βουβός με τόσες παραιτήσεις από φωνή από τροφή
από άλογο
από σπίτι.
Στέκεις απαίσια βουβός σαν πεθαμένος:
Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν.
Μιχάλης Κατσαρός

Για να μην πάρετε τα πλάια, ελάτε κατά Τζουμέρκα μεριά να σας φυσήξ’ αέρας και να σελαγίσετε τα ζωντανά…